Ήταν αρχές Φεβρουαρίου του 2020, όταν παρακολουθούσαμε με δέος και – αρκετοί από εμάς – με χαριτολόγο διάθεση εκείνες τις ομολογουμένως εξωπραγματικές, σχεδόν αστείες εικόνες από τη πόλη Ουχάν, όπου drones κυριολεκτικά κυνηγούσαν τους πολίτες στους δρόμους, προκειμένου να τους συνετίσουν για να επιστρέψουν στο σπίτι τους. Ήταν ένα θέαμα πρωτόγνωρο, όχι μόνο για εμάς τους Έλληνες, αλλά και για τους πολίτες σε όλο τον πλανήτη. Τότε, φάνταζε τόσο μακρινός αυτός ο ιός που συγκλόνιζε την πρωτεύουσα της επαρχίας Χουμπέι στην κεντρική Κίνα. Μάλιστα, θυμάμαι που λέγαμε στις παρέες μας: «Τι τραβάνε οι καημένοι οι άνθρωποι εκεί»!

Εμείς τότε είχαμε ήδη ξεκινήσει να κάνουμε τα σχέδιά μας για την Τσικνοπέμπτη, για το πού θα πάμε να περάσουμε το τριήμερο της τελευταίας Αποκριάς και της Καθαρής Δευτέρας. Οι κρατήσεις για εισιτήρια και δωμάτια είχαν αρχίσει να «παίρνουν φωτιά», οι ταξιδιωτικοί πράκτορες και οι ξενοδόχοι απολάμβαναν την ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση για τους δημοφιλείς προορισμούς και όλη η Ελλάδα ζούσε στον ρυθμό της ανεμελιάς και της επικείμενης καρναβαλικής φρενίτιδας.

Δυστυχώς, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει αυτό που επρόκειτο να έρθει τόσο αιφνιδιαστικά στη ζωή μας, αυτό που έμελλε να αλλάξει τόσο καθοριστικά την καθημερινότητα μας. Και έτσι ξαφνικά, γκρεμιστήκαμε άτσαλα και απότομα από το «ροζ συννεφάκι» της πλασματικής μας ασφαλείας. Συνειδητοποιήσαμε πόσο εύκολα μπορούν να αλλάξουν τα πάντα μέσα σε μία στιγμή και πόσο μπορεί να επηρεάσει ο τρόπος ζωής του ενός τη ζωή του άλλου.

Στην καθημερινότητά μας «εισέβαλαν» βιαίως λέξεις που κάποιοι από εμάς δεν τις γνωρίζαμε, άλλοι τις είχαμε απλώς ακούσει και άλλοι ευχόμασταν να μη χρειαστεί ποτέ να τις ξεστομίσουμε. Κορονοϊός, κρούσματα, καραντίνα, πανδημία, ιός, Εντατική, λοιμωξιολόγος, διασωληνωμένοι, lockdown, εμβόλιο. Αναγκαστήκαμε να προσαρμοστούμε σε μια άλλη πραγματικότητα, βγαλμένη σαν από ταινία επιστημονικής φαντασίας. Όλους αυτούς τους μήνες, στο μυαλό και στο στόμα όλων μας υπάρχει μία φράση, ένα διαρκές ερώτημα: «Για πόσο ακόμα;»

Στο κατώφλι της νέας χρονιάς, όλοι εναποθέτουμε τις ελπίδες μας για ένα καλύτερο μέλλον στην επιστήμη, στα εμβόλια που θα διατεθούν, στις θεραπείες που συνεχώς αναπτύσσονται. Το ζητούμενο όλων είναι η επιστροφή στην κανονικότητα, ή έστω σε μια κάποια κανονικότητα. Αυτό που μας δίδαξε αυτή η πανδημία, είναι ότι κανείς μας δεν πρέπει να θεωρεί δεδομένο τίποτα στη ζωή. Μάθαμε να εκτιμούμε πράγματα και συνήθειες, την αξία των οποίων δεν υπολογίζαμε και αυτό είναι ένα εφόδιο για τον κάθε άνθρωπο από εδώ και πέρα. Ποτέ άλλοτε οι ευχές αυτών των ημερών για υγεία και ευημερία δεν είχαν τόσο αληθινό νόημα. 

Ξέρω τι σκέφτεστε. Να φύγει και να μην ξαναγυρίσει αυτή η χρονιά, που μας άφησε πληγές και απωθημένα. Να μπορέσουμε να ταξιδέψουμε ξανά, να συναντήσουμε τους φίλους μας, να βγούμε για φαγητό, να διασκεδάσουμε ξέφρενα. Να νιώσουμε ξανά την ελευθερία που τόσο άκομψα μας στέρησε αυτή η πανδημία. Να πάρουμε και πάλι τη ζωή μας στα χέρια μας.

Όμως, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι αυτή η δύσκολη περίοδος αποτελεί και μια πολύ καλή ευκαιρία να επαναξιολογήσουμε τους στόχους μας και να θέσουμε γερά θεμέλια για άλλους, νέους. Να σχεδιάσουμε το μέλλον μας πάνω σε διαφορετικές βάσεις και σύμφωνα με τα νέα δεδομένα, αλλά πάντα με γνώμονα τα όνειρα και τις προσδοκίες μας. Ο κόσμος υπάρχει και θα εξακολουθήσει να υπάρχει, για να τον γνωρίσουμε μέσα από τα γεωγραφικά, γευστικά και εικαστικά ταξίδια μας. Το εισιτήριο θα είναι, όπως πάντα, η αγάπη μας για τη ζωή.

Θα σας πω αυτό που λέω στον εαυτό μου και σε όλους: Να είμαστε καλά και όλα θα γίνουν πάλι όπως πρώτα. Άλλωστε, η απαισιοδοξία είναι θέμα διάθεσης, η αισιοδοξία είναι θέμα θέλησης.

Καλή Χρονιά σε όλους!

Αφήστε μια απάντηση